Και μόνο η ιδέα ενός ογκιδίου στον γυναικείο μαστό μοιάζει με εφιάλτη. Δεν σημαίνει όμως πως καθετί που ψηλαφούμε στο στήθος μας είναι καρκίνος. Μελέτες έχουν δείξει άλλωστε πως περίπου 80% των ογκιδίων που εντοπίζονται στον μαστό είναι καλοήθη και μεταξύ αυτών οι συνηθέστερες περιπτώσεις είναι τα ινοαδενώματα και οι κύστεις. Αν και σπανίως τα ευρήματα αυτού του τύπου είναι ανησυχητικά, ο εντοπισμός οποιασδήποτε αλλοίωσης στο στήθος, όσο αθώα κι αν φαίνεται, πρέπει να μας οδηγήσει στο γραφείο του γιατρού για εξετάσεις.
Ινοαδενώματα
Τα ινοαδενώματα αποτελούνται από ινώδη και αδενικό ιστό, χαρακτηρίζονται από κινητικότητα, καθώς με την πίεση των δακτύλων μετακινούνται κάτω από το δέρμα, παρατηρούνται κατά κύριο λόγο σε νεαρές γυναίκες και οφείλονται στην πάχυνση των κυττάρων του μαστού σε κάποια σημεία του. Αν και οι λόγοι που τα προκαλούν δεν είναι ξεκάθαροι, φαίνεται πως η εμφάνισή τους συνδέεται με τα οιστρογόνα, την προγεστερόνη και τη γαλουχία. Μάλιστα, κατά την εγκυμοσύνη συνήθως το μέγεθος των ινοαδενωμάτων αυξάνεται. Τα ινοαδενώματα δεν ξεπερνούν τα 2 εκατοστά. Κάποια μένουν στάσιμα, άλλα αυξάνονται λίγο, ενώ υπάρχουν και οι περιπτώσεις που θα συρρικνωθούν με τον καιρό ή θα μεγαλώσουν αρκετά.
Το ενδεχόμενο να μετατραπεί το ινοαδένωμα σε κακοήθεια είναι σπάνιο, αν και υπάρχει η πιθανότητα, επίσης πολύ μικρή, να εμφανιστεί καρκίνος δίπλα σε ένα ινοαδένωμα. Τα σύνθετα ινοαδενώματα, που εμφανίζονται σε μεγαλύτερες ηλικίες, είναι αυτά που σχετίζονται και με άλλες αλλοιώσεις και έχουν μια μεγαλύτερη σύνδεση με το ενδεχόμενο εμφάνισης καρκίνου του μαστού.
Τα μικρά ινοαδενώματα, που δεν μεγαλώνουν κατά τη διάρκεια της παρακολούθησης τους και δεν ενοχλούν τη γυναίκα, δεν χρειάζεται να αφαιρεθούν χειρουργικά. Στον αντίποδα, τα μεγάλα, που δείχνουν μια αυξητική τάση, προκαλούν πόνο στον μαστό ή εμφανίζουν ανησυχητικά σημάδια στη βιοψία πρέπει να παίρνουν τον δρόμο του χειρουργείου.
Γενικότερα στις περισσότερες περιπτώσεις η αντιμετώπιση είναι συντηρητική και βασίζεται στην παρακολούθηση του μεγέθους του ινοαδενώματος. Η χειρουργική προσέγγιση είναι αναγκαία όταν η αύξηση του μεγέθους του είναι γρήγορη, αν ξεπεράσει τα 2,5 με 3 εκατοστά, αν στο υπερηχογράφημα η εικόνα του δεν είναι σαφής ή αν υπάρξουν ενδείξεις άτυπων κυττάρων κατά την κυτταρολογική ή ιστολογική εξέταση.
Κύστεις
Ακόμα πιο συχνό εύρημα του μαστού είναι οι κύστεις και δη στην παραγωγική ηλικία της γυναίκας, καθώς οι ορμόνες παίζουν καταλυτικό ρόλο στη δημιουργία τους. Γι’ αυτό και συνήθως μετά την εμμηνόπαυση εξαφανίζονται. Οι κύστεις δεν είναι καρκίνος, δεν θεωρούνται παράγοντες κινδύνου για την εμφάνιση καρκίνου ούτε κρούουν τον κώδωνα του κινδύνου για το ενδεχόμενο κακοήθειας.
Πρόκειται για τοπικές συλλογές υγρού, με ομαλή υφή, που μπορεί συχνά να είναι επώδυνες. Υπάρχουν δύο ειδών κύστεις: οι μικρές κύστεις, με μέγεθος χιλιοστών και οι μακροκύστεις (μεγάλες κύστεις), που μπορούν να φτάσουν σε μέγεθος αρκετά εκατοστά. Ψηλαφητές είναι κυρίως οι μεγάλες κύστεις και επειδή έχουν την μορφή όγκου είναι αυτές που προκαλούν και τον μεγαλύτερο φόβο στις γυναίκες. Η καλύτερη απεικονιστική εξέταση για να εξακριβωθεί αν αυτό που ψηλαφεί η γυναίκα είναι κύστη είναι το υπερηχογράφημα, καθώς η μαστογραφία αποτυπώνει απλώς μια σκίαση, που δεν είναι όμως σαφές αν περιέχει υγρό ή είναι συμπαγής.
Για να αντιμετωπιστούν οι μεγάλες κύστεις προκρίνεται η λύση της παρακέντησης, ώστε να αντληθεί το υγρό που περιέχουν. Μάλιστα, το υγρό που θα αναρροφηθεί δεν χρειάζεται να περάσει από κυτταρολογική εξέταση, εκτός αν εντοπιστεί αίμα. Μετά την παρέλευση τριμήνου από την παρακέντηση καλό είναι να γίνει ένα υπερηχογράφημα, ώστε να διαπιστωθεί αν η κύστη έχει εξαφανιστεί. Πάντως, αν μια κύστη υποτροπιάσει πολλές φορές ή αν υπάρχουν ύποπτα κυτταρολογικά ευρήματα, τότε μπορεί να χρειαστεί χειρουργική αντιμετώπιση.